Και οι τράπεζες κλείνουν τις επιχειρήσεις

Η «Ηλεκτρονική Αθηνών» είναι ένα μόνο παράδειγμα εταιρείας που έκλεισε λόγω της οικονομικής κρίσης και των capital controls. Αλλά δεν είναι μόνο τα capital controls που κλείνουν τις επιχειρήσεις. Είναι και οι ίδιες οι τράπεζες που κάποτε, στην εποχή της ευμάρειας, μοίραζαν δάνεια αφειδώς, και πολλές φορές παράνομα, χωρίς να τηρούν τους απαραίτητους όρους.

Είναι πολλά τα παραδείγματα και οι καταγγελίες που έρχονται καθημερινά στο Σύλλογο Δανειοληπτών και Προστασίας Καταναλωτών Βόρειας Ελλάδας, επιχειρηματιών που, από παρατυπίες των τραπεζών, βρέθηκαν να μην μπορούν να πληρώσουν δάνεια που είχαν πάρει στο παρελθόν, χωρίς όμως να τους ζητηθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις από τις τράπεζες, όπως όφειλαν να κάνουν. Και τώρα, που οι επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν δυσκολία στην εξυπηρέτηση των δανείων τους και στρέφονται στις τράπεζες για να τους προτείνουν μια λύση, οι τράπεζες τους ζητούν έγγραφα που όφειλαν να τους είχαν ζητήσει όταν τους έδιναν τα δάνεια.

Ένα μόνο πραγματικό παράδειγμα μιας τέτοιας περίπτωση είναι η περιπέτεια που ζουν δυο αδέρφια, τα οποία κατήγγειλαν το πρόβλημά τους στο Σύλλογο Δανειοληπτών και Προστασίας Καταναλωτών Βόρειας Ελλάδας. Πρόκειται για έναν γεωργό και έναν κτηνοτρόφο τουριστικής περιοχής της βόρειας Ελλάδας, οι οποίοι, πέραν των εργασιών τους, αποφάσισαν να κάνουν μια μικρή ξενοδοχειακή μονάδα. Απευθύνθηκαν λοιπόν σε μία τράπεζα, όπως κάνουν πάντα κάποιοι που θέλουν να ξεκινήσουν μια επιχείρηση, και ζήτησαν ένα δάνειο. Προς μεγάλη τους χαρά, η τράπεζα ενέκρινε το δάνειό τους. Κι επειδή χάρηκαν που βρήκαν τα χρήματα για να μπορέσουν να κάνουν τη μικρή ξενοδοχειακή τους μονάδα, δεν σκέφτηκαν ότι η όλη διαδικασία ήταν πολύ εύκολη, ενώ κανονικά θα έπρεπε να γίνει εκτενής έλεγχος των οικονομικών τους, αλλά και να τους ζητηθεί να παρουσιάσουν ένα business plan. Κάτι βέβαια που όφειλε να ζητήσει η τράπεζα.

Τα δύο αδέρφια έφτιαξαν την επιχείρησή τους και ξεκίνησαν να τη λειτουργούν. Αλλά για κακή τους τύχη, όπως συνέβη για όλους τους Έλληνες, η χώρα εισήλθε στην οικονομική κρίση. Τα έσοδά τους μειώθηκαν και δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν το δάνειό τους. Απευθύνθηκαν λοιπόν στη τράπεζα για να ζητήσουν να τους προτείνουν μια λύση, που θα τους έδινε τη δυνατότητα να διατηρήσουν την επιχείρησή τους και παράλληλα να συνεχίζουν να πληρώνουν τις δόσεις του δανείου τους. Αλλά ξαφνικά, η τράπεζα τους ζητάει να καταθέσουν business plan. Κάτι που όφειλε να είχε κάνει εξ’ αρχής, πριν τους δώσει το δάνειο.

Τα δύο αδέρφια μπήκαν στη διαδικασία να συντάξουν business plan, το οποίο και κατέθεσαν στη τράπεζα, βάσει όμως του νόμου 4224/2015, δηλαδή του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών, που ορίζει τους όρους περί «συνεργάσιμου δανειολήπτη), ώστε να εξυπηρετείται και η αποπληρωμή του δανείου τους. Όμως η τράπεζα δήλωσε ότι θα τους απαντήσει μέσα σε 6 μήνες. Το πρόβλημα είναι αν στο διάστημα αυτών των 6 μηνών θα είναι συνεργάσιμη η ίδια η τράπεζα. Δηλαδή, αν το ποσό που οφείλουν τα δύο αδέρφια θα συνεχίσει να τοκίζεται και να πληρώνουν τους τόκους του δανείου, ενώ κανονικά θα έπρεπε να μην προστίθενται οι τόκοι, καθώς αναμένεται η απάντηση της τράπεζας στην πρόταση των δύο επιχειρηματιών.

Όπως γίνεται αντιληπτό, τα capital controls είναι μόνο μία πτυχή του προβλήματος εξαιτίας του οποίου κλείνουν κάποιες επιχειρήσεις. Μεγάλο μέρος της ευθύνης, που μάλιστα πρέπει να ελεγχθεί για το αν είναι νόμιμο ή παράνομο, έχουν οι τράπεζες που πριν δεν ζητούσαν business plan για να χορηγήσουν ένα επιχειρηματικό δάνειο, αλλά τώρα, που πρέπει να προτείνουν κάποια λύση, όχι μόνο το ζητούν, αλλά το απαιτούν.

Οι τράπεζες έπρεπε να ζητούν εξ’ αρχής business plan, πριν εγκρίνουν ένα επιχειρηματικό δάνειο επειδή σε αυτό πρέπει να αναφέρονται σειρά στοιχείων που θα έδειχναν αν ο οποιοσδήποτε επιχειρηματίας μπορεί να αποπληρώνει το δάνειό του. Γιατί μέσα στο business plan φαίνεται το ποσοστό συμμετοχής του δανειολήπτη στην αποπληρωμή του δανείου ως η εμπειρία στο συγκεκριμένο επιχειρηματικό κλάδο, επειδή αυτό αποτελεί εγγύηση για τη τράπεζα. Γιατί, αποτελεί στοιχείο για το αν ο επιχειρηματίας θα χάσει τα λεφτά του και κατά συνέπεια θα χάσει και η τράπεζα τα λεφτά που δάνεισε. Στο business plan φαίνεται επίσης η πορεία του κλάδου στον οποίο θέλει να κινηθεί ο επιχειρηματίας, ο ανταγωνισμός στο συγκεκριμένο κλάδο και τι ποσοστό της συγκεκριμένης αγοράς στοχεύει να καταλάβει ο επιχειρηματίας και με ποια μέσα θα το καταφέρει.

Άρα η τράπεζα δεν ζήτησε ένα σημαντικότατο έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο θα έβλεπε καθαρά αν μπορεί ή δεν μπορεί ο επιχειρηματίας να πετύχει τους στόχους του και να έχει τη δυνατότητα να αποπληρώσει το δάνειό του. Άρα η τράπεζα έχει ευθύνη γιατί έδωσε δάνειο χωρίς να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητά του και την επιστροφή των χρημάτων που είχε δανείσει.

Αλλά το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί δεν αποδίδονται οι ευθύνες που έχουν οι τράπεζες που ακολούθησαν αυτή την – αν όχι παράνομη – τουλάχιστον παράτυπη διαδικασία. Γιατί η Τράπεζα της Ελλάδος και ο διοικητής της, Γιάννης Στουρνάρας δεν ελέγχουν τις τράπεζες για όλες αυτές τις παραβάσεις του Κώδικα Δεοντολογίας περί «συνεργάσιμου δανειολήπτη» και τις αφήνουν να δρουν ανεξέλεγκτα ζητώντας από τους δανειολήπτες να πληρώσουν τις παρατυπίες που οι ίδιες έκαναν.