Ανάπτυξη η μόνη λύση για τα κόκκινα δάνεια

Σενάρια επί σεναρίων ακούγονται και γράφονται καθημερινά για το πώς θα απαλλαγούν οι τράπεζες από τα κόκκινα δάνεια. Η σεναριολογία των απανταχού «ειδικών» φουντώνει το τελευταίο διάστημα, καθώς συνεχίζεται η διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους δανειστές. Κι αυτό γιατί, όπως όλα δείχνουν, οι δύο πλευρές τα έχουν βρει όσον αφορά στο ασφαλιστικό και στο φορολογικό. Το μοναδικό αγκάθι στη συνολική συμφωνία είναι τα κόκκινα δάνεια, όπου εκεί υπάρχει τεράστιο χάσμα το οποίο χωρίζει τις δύο πλευρές. Βέβαια, όπως όλα δείχνουν, η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να υποχωρήσει στις θέσεις της για τριετή προστασία των κόκκινων δανείων κύριας κατοικίας. Κι αυτό γιατί υποχώρησαν ήδη οι δανειστές στις απαιτήσεις σε φορολογικό και ασφαλιστικό. Ο Αρμαγεδδών φορολογικών μέτρων που έρχονται μαζί με τις μειώσεις των συντάξεων θα ήταν ίσως πολύ μεγαλύτερος, παρά το ότι και πάλι είναι δυσβάσταχτος από τη μεγαλύτερη μερίδα των Ελλήνων φορολογούμενων. Επίσης, μία ακόμη σημαντική παράμετρος που δείχνει ότι η κυβέρνηση θα υποχωρήσει στις προτάσεις της όσον αφορά στα κόκκινα δάνεια, είναι ο διακαής της πόθος να ξεκινήσει πολύ γρήγορα και να ολοκληρωθεί με θετικό πρόσημο η πολϋαναμενόμενη αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.

Οι δανειστές, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αλλά και ο εν Ελλάδι εκπρόσωπός τους, διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας, ζητούν την απελευθέρωση της πώλησης των κόκκινων δανείων από τις τράπεζες στα distress funds. Κι ας είδαν ότι αυτό αποτελεί μια λάθος συνταγή, όπως έχει αποδείξει περίτρανα η πρακτική από την εφαρμογή του συγκεκριμένου μοντέλου στην Ιρλανδία.

Οι κυριότερες λύσεις για τη διάσωση των τραπεζών με την απαλλαγή τους από τα κόκκινα δάνεια είναι τρεις.

Η πρώτη είναι η δημιουργία μιας κακής τράπεζας όπου θα μεταφερθούν όλα τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών. Αυτή θεωρείται ιδανική για τις τράπεζες αφού μεταφέρουν εκτός ισολογισμού τους τα κόκκινα δάνεια, αποκτούν ρευστότητα, περιορίζουν τις κεφαλαιακές τους ανάγκες και μπορούν απρόσκοπτα να ξεκινήσουν τις νέες χρηματοδοτήσεις. Την χρηματοδότηση του εγχειρήματος αναλαμβάνει ο φορολογούμενος πολίτης, όπως έγινε και στην Ιρλανδία. Βέβαια η μεταβίβαση δεν θα εξυγιάνει ταυτόχρονα τα μεταφερόμενα χαρτοφυλάκια. Απλά η τοξικότητα περνά στο δημόσιο φορέα ο οποίος αναλαμβάνει και την διαχείριση τους. Αυτό όμως απέτυχε στην Ιρλανδία καθώς, ενώ μεταφερθήκαν περίπου 75 δις ευρώ σε κόκκινα στεγαστικά δάνεια στη κακή τράπεζα, οι εισπράξεις από την διαχείριση τους μετά τέσσερα  χρόνια  φθάνουν μόλις το 1,5 δις ευρώ. Για αυτό και το «Ιρλανδικό μοντέλο» χαρακτηρίζεται ω αποτυχημένο.

Η δεύτερη λύση είναι να παραμείνουν τα κόκκινα δάνεια στις τράπεζες και τη διαχείρισή τους να αναλάβουν  εξειδικευμένες μονάδες ή θυγατρικές εταιρείες.

Η τρίτη λύση είναι η τιτλτοποίηση  απαιτήσεων με τη δημιουργία εταιρείας ειδικού σκοπού (ΕΕΣ), όπου θα μεταβιβαστούν  οι τραπεζικές απαιτήσεις, αφού πρώτα ομαδοποιηθούν ώστε να εκδοθούν ομόλογα με υποκείμενες τις απαιτήσεις από τα δάνεια. Όμως, το αν θα πληρωθούν οι αποδόσεις των ομολόγων, εξαρτάται αποκλειστικά  από την ομαλή αποπληρωμή των αρχικών δανείων και σε αυτό το σημείο εντοπίζεται και το ρίσκο όσων επενδυτών αποκτούν τιτλοποιημένα ομόλογα. Όμως όλες αυτές οι λύσεις, στοχεύουν μόνο στις τράπεζες και στη διάσωσή τους, χωρίς να λογαριάζουν τι θα γίνει με τους δανειολήπτες. Γι αυτούς υπάρχει πλήρης αδιαφορία.

Στην Ελλάδα όμως, ο λόγος εκτόξευσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα 100 δις ευρώ, δεν οφείλεται στο ότι ξαφνικά οι Έλληνες δανειολήπτες σταμάτησαν να πληρώνουν τα δάνειά τους επειδή απλά έτσι τους κάπνισε. Ο λόγος είναι ότι στη χώρα επιβλήθηκαν ακραίες καταστάσεις, όπως η αύξηση της ανεργίας και μείωση μισθών και συντάξεων, που μετέτρεψαν τους Έλληνες δανειολήπτες, από εργαζόμενους και επαγγελματίες, σε άτομα που προσπαθούν να επιβιώσουν και να ζήσουν τις οικογένειές τους.

Γι αυτό, η μοναδική λύση για να διασωθούν οι τράπεζες, αλλά και να μην χάσουν οι δανειολήπτες την ακίνητη περιουσία τους, είναι να μπει η χώρα σε ρυθμούς πραγματικής ανάπτυξης. Αυτός και κανένας άλλος είναι ο ένας και μοναδικός τρόπος, η μοναδική λύση, για να μπορέσει και πάλι η χώρα, αλλά και οι πολίτες της, να ανασάνουν και να αποκτήσουν και πάλι δουλειά, αλλά και τη χαμένη τους αξιοπρέπεια. Το κακό είναι ότι αυτή την καθ’όλα λογική λύση δεν μπορεί να την περιμένει κανείς ούτε από τις ελληνικές κυβερνήσεις, ούτε από τους Έλληνες βουλευτές που έχουν υπογράψει ως τώρα τρία μνημόνια με τους δανειστές.